Προτάσεις της ΠΟΣ για το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου για ασφαλιστικό Εκτύπωση
Πέμπτη, 06 Φεβρουάριος 2020 02:09

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ                                                                                                  5 Φεβ. 2020

           ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ                                                                                                         

                                                             ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ 2020

1.      Συντελεστές Αναπλήρωσης (Άρθρο 24)

α.      Ως γνωστόν, υπάρχουν ειδικές κατηγορίες προσωπικού των ΕΔ, που χαρακτηρίζονται ως οι επικινδυνότερες, με τις περισσότερες απώλειες ανθρώπινης ζωής, αλλά και με τις δυσμενέστερες, στη συνέχεια, επιπτώσεις σε θέματα υγείας.  Οι κατηγορίες αυτές είναι των ιπταμένων μαχητικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων, των αλεξιπτωτιστών, των υποβρυχίων καταστροφέων (βατραχανθρώπων), των εκκαθαριστών ναρκοπεδίων και των υπηρετούντων σε υποβρύχια.

 

β.      Η Πολιτεία, αναγνωρίζοντας διαχρονικά αυτή την επικινδυνότητα και το προσφερόμενο έργο στην Πατρίδα, θέσπισε από το έτος 1951 ειδικές διατάξεις μέριμνας για το προσωπικό αυτό.  Ειδικότερα, με τον ΑΝ1854/51 (όπως αντικαταστάθηκε με άρθρ. 3 παρ. 1-3 Ν. 148/75 και συμπληρώθηκε στις παρ. 2 και 3 περ. δ΄ με άρθρ. 2 Ν1282/ 82), καθιέρωσε τον χρόνο υπηρεσίας των ειδικών κατηγοριών ως διπλάσιο στην ειρήνη και τριπλάσιο στον πόλεμο, που λογίζεται ως χρόνος πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, με ανάλογη και ενσωματωμένη μάλιστα στη σύνταξη προσαύξηση, η οποία δυστυχώς εξανεμίσθηκε μετά από 60 χρόνια, ως συνέπεια των αλλεπάλληλων μειώσεων από το 2010 και εντεύθεν.

 

γ.      Με τον επανυπολογισμό των συντάξεων, σύμφωνα με τον Ν.4387/2016 και την πρόβλεψη του άρθρου 15 του ιδίου νόμου, ότι δηλαδή ο χρόνος ασφάλισης είναι ο λογιζόμενος στο διπλάσιο χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των λειτουργών του Δημοσίου και των στρατιωτικών, σε συνδυασμό και με τα ποσοστά αναπλήρωσης του άρθρου 8, εμφανίστηκε μια μερική αποκατάσταση των τεραστίων μειώσεων που είχαν υποστεί οι συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων, οι οποίες είχαν ξεπεράσει το 70% σε ετήσια βάση. 

 

δ.      Αντιθέτως, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο τροποποίηση του υφισταμένου τρόπου υπολογισμού, θα επιφέρει επιπλέον μειώσεις, που, ανάλογα με τον συνταξιοδοτικό βαθμό και την πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, θα ξεπεράσουν το 30%, σε σχέση με το Ν.4387/2016, με αποτέλεσμα να φτάσουν και πάλι στα επίπεδα του 2013, δηλαδή στο 70% που προαναφέρθηκε ανωτέρω.  Πέραν όμως των όποιων οικονομικών επιπτώσεων στους συνταξιούχους των κατηγοριών αυτών, μια δυσμενής τέτοια διαφοροποίηση, θα έχει ως μήνυμα, ιδιαίτερα αρνητικά αποτελέσματα προς τους εν ενεργεία συναδέλφους μας, που είναι εκείνοι, οι οποίοι αποτελούν τον ισχυρότερο πολλαπλασιαστή ισχύος και δυσαναπλήρωτο προσωπικό για τις Ένοπλες Δυνάμεις, απαξιώνοντας την αποστολή τους.  Σε μία εποχή πολύ ιδιαίτερη για την ασφάλεια και την άμυνα της Χώρας, όπου η οικονομική κρίση είχε επιπτώσεις τόσο στα οικονομικά των στελεχών, όσο και στη διαθεσιμότητα των κύριων οπλικών συστημάτων (πχ των μαχητικών αεροσκαφών), μια επιπλέον επιδείνωση στο συνταξιοδοτικό καθεστώς, ενδέχεται να προκαλέσει μεγάλο αριθμό παραιτήσεων αυτών, για σταδιοδρομία εκτός ΕΔ ή στο εξωτερικό, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν. 

ε.      Η διατήρηση στο νέο νομοσχέδιο του ισχύοντος καθεστώτος (Ν.4387/2016), στον υπολογισμό των ποσοστών αναπλήρωσης για τα πάνω από τα 40 έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, ΔΕΝ θα επιφέρει ουσιαστική οικονομική επιβάρυνση, καθόσον οι επηρεαζόμενες ειδικές κατηγορίες των ΕΔ περιλαμβάνουν περί τους 12.000 συνταξιούχους, που αποτελούν μόνο το 0,4% στο πλήθος όλων των συνταξιούχων (2.650.000).  Από τους 12.000, λιγότεροι από 40% (περίπου 4.800), ξεπερνούν τα 40 συντάξιμα έτη, ενώ οι υπάρχουσες οικονομικές οροφές (πλαφόν), θα λειτουργήσουν ως ασφαλιστικές δικλείδες.  Συναφώς, θα πρέπει να επισημανθεί ότι:

         1)      Μετά τον Οκτ. 1990, όσοι αναγνωρίζουν διπλά συντάξιμα καταβάλλουν διπλές εισφορές επί αποδοχών τους  υπέρ ΕΦΚΑ (6,67% Χ 2=13,34) συν την εισφορά του εργοδότη.  Άρα η ανταπόδοση με 0,5% κατ’ έτος είναι ελαχιστότατη.  Σημειωτέον ότι ο συντελεστή αναπλήρωσης 0,5%  κατ’ έτος είναι κατά πολύ κατώτερος από τον συντελεστή αναπλήρωσης της πρώτης 15ετίας του εργασιακού βίου που είναι 0,77%.

         2)    Για τους αποστράτους πριν την 1/10/2019, δεν υπάρχει οικονομική επιβάρυνση του Π/Υ, διότι υπάρχει πλαφόν στο 100% των ποσοστών αναπλήρωσης.

 

στ.    Κατόπιν αυτών και προκειμένου να παραμείνει το υφιστάμενο καθεστώς προτείνεται να προστεθεί επιπλέον παράγραφος, ως παράγραφος 8 στο άρθρο 24, ως εξής:  «Ειδικά για κάθε δημόσιο λειτουργό που απομακρύνεται από την υπηρεσία και ο οποίος διατέλεσε ως στρατιωτικός σε κατάσταση πτητικής ενέργειας, σε κατάσταση ενέργειας αλεξιπτωτιστή ή υποβρύχιου καταστροφέα ή υπηρέτησε σε υποβρύχια ή ως τεχνικός σε μονάδες εκκαθάρισης ναρκοπεδίων ξηράς ή σε ναρκαλιευτικά συνεργεία σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν.Δ. 1033/71 και 2646/1953, το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος άνω των 40,01 ετών παραμένει (καθορίζεται) στο 2,00%. Το ποσοστό αυτό εφαρμόζεται ανάλογα και στα πρόσωπα των παραγράφων 9, 10, 11 και 12 του άρθρου 41  του π.δ/τος 169/2007(Α΄ 210).»

 

2.      Πρόωρη Αποστρατεία Στρατιωτικών

α.      Οι στρατιωτικοί, εκτός από όσους υποβάλλουν αίτηση αποστρατείας, είναι οι μοναδικοί στο δημόσιο τομέα που συνταξιοδοτούνται/αποστρατεύονται με απόφαση της υπηρεσίας, χωρίς να το επιθυμούν, ως «ευδοκίμως τερματίσαντες» τη σταδιοδρομία τους και χωρίς να έχουν συμπληρώσει πάντοτε τα απαραίτητα έτη για πλήρη σύνταξη.  Στις παραπάνω περιπτώσεις και ιδιαίτερα όταν δεν έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 40 έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, προτείνεται να προσδιορίζονται μεν οι συντάξιμες αποδοχές που αντιστοιχούν μέχρι το χρόνο αποστρατείας, αλλά, για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης, ως ποσοστό αναπλήρωσης να λαμβάνεται το ποσοστό που αντιστοιχεί στα 40 έτη.

           β.      Παράδειγμα

Αν κάποιος έχει πραγματική συντάξιμη υπηρεσία 36 έτη και αποστρατεύεται/συνταξιοδοτείται με απόφαση της Υπηρεσίας, αλλά επιθυμεί να αναγνωρίσει τα υπόλοιπα 4 έτη μέχρι τα 40, να μπορεί να υποβάλλει σχετική αίτηση προς τούτο, ανεξάρτητα ημερομηνίας αποστρατείας/συνταξιοδότησης.  Για τη διαφορά των ετών μέχρι τη συμπλήρωση των 40 ετών, αν κρίνεται απαραίτητο, δυνατόν να καταβάλλεται εισφορά του ενδιαφερομένου για κάθε μήνα αναγνώρισης, διάταξη η οποία δύναται να αποτελέσει αντικείμενο που θα καθορίζεται με υπουργική απόφαση.

γ.      Προτεινόμενη διατύπωση

«Όσοι στρατιωτικοί συνταξιοδοτούνται (αποστρατεύονται) ή έχουν συνταξιοδοτηθεί με απόφαση της Υπηρεσίας και δεν έχουν συμπληρώσει πραγματική συντάξιμη υπηρεσία 40 ετών, εφόσον επιθυμούν, δύνανται με αίτησή τους να ζητήσουν τον επανυπολογισμό της σύνταξής τους με 40 έτη, καταβάλλοντας τις αντίστοιχες για τη διαφορά ετών εισφορές, σύμφωνα με διαδικασία που θα καθορίζεται με υπουργική απόφαση.»

 

3.      Επανυπολογισμός Σύνταξης Ανθυπασπιστών

           α.      Ιστορικό

          1) Στην παράγραφο 3 του άρθρου 42, του ΠΔ 169/2007, προβλέπεται:  «3. Η σύνταξη των μόνιμων ανθυπασπιστών και οπλιτών των Ένοπλων Δυνάμεων, της Χωροφυλακής και του Λιμενικού Σώματος της Αστυνομίας Πόλεων, καθώς και αυτών που δεν εξομοιώνονται με ορισμένους βαθμοφόρους του στρατεύματος στρατιωτικών νοσοκόμων, προσαυξάνεται κατά 3/35 του μηνιαίου συντάξιμου μισθού τους, εφόσον έχουν συμπληρώσει 20ετή πραγματική συντάξιμη υπηρεσία.»

             2) Για τον υπολογισμό του συντάξιμου μισθού ΔΕΝ λαμβάνεται υπόψη ο αποστρατευτικός συντάξιμος βαθμός, αλλά μικρότερος, διότι με την προσθήκη των 3/35 δημιουργούντο ευνοϊκότερες συνταξιοδοτικές συνθήκες. Ο αποστρατευτικός συντάξιμος βαθμός, με βάση το σύνολο ετών πραγματικής υπηρεσίας καθορίζεται από το άρθρο 37, παράγραφο 3 του ν. 3016/2002.  Με την ισχύ του ν.4387/2016 δεν υπήρξε αντίστοιχη πρόβλεψη, με αποτέλεσμα να υπολογισθούν οι συντάξεις στο μειωμένο συντάξιμο μισθό και όχι στο πραγματικό αποστρατευτικό συντάξιμο.

         β.      Πρόταση 

     Να γίνει επανυπολογισμός συντάξεων όσων εμπίπτουν στην κατηγορία των προσώπων της παραγράφου 3 του άρθρου 42, του ΠΔ 169/2007, όπου ως βάση υπολογισμού να λαμβάνεται ο αποστρατευτικός συντάξιμος βαθμός.

        γ.      Προτεινόμενη διατύπωση

«Οι κύριες συντάξεις των προσώπων της παραγράφου 3 του άρθρου 42,  του ΠΔ 169/2007, επανυπολογίζονται με βάση υπολογισμού τον βασικό μισθό της τελευταίας μισθολογικής προαγωγής, σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στο άρθρο 37, παράγραφο 3 του ν. 3016/2002.»

 

    4.  Εφαρμογή Αποφάσεων ΣτΕ (Επαναφορά συντάξεων στα επίπεδα του Ιουλ. 2012, για επανυπολογισμό, χωρίς απόδοση αναδρομικών)

           α.   Η πλήρης αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων (επαναφορά στα επίπεδα του Ιουλίου 2012) προκύπτει καταφανώς από αμετάκλητες αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ.  Αυτό προκύπτει από τις αποφάσεις 1125-1128/2016 του ΣτΕ και από το Πρακτικό συνεδριάσεως του Τριμελούς Συμβουλίου του ΣτΕ.

          β.   Οι αποφάσεις του ΣτΕ έχουν κρίνει αντισυνταγματικές τις σχετικές διατάξεις του Ν.4307/2014 (παράγραφοι 2,3 του άρθρου 86), οι οποίες πρέπει να καταργηθούν, να επανέλθουν οι μισθοί, συντάξεις και επιδόματα όπως ίσχυαν τον Ιούλιο 2012.  Εν ολίγοις θα πρέπει να ακολουθηθεί η τεχνική που εφαρμόσθηκε επί κυβερνήσεως ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με τη ψήφιση του Ν.4307/2014 και στη συνέχεια να εκδοθεί νέα συνταξιοδοτική πράξη.

      γ.   Οι αποφάσεις αναφέρουν σαφώς περί «…της αναβίωσης των ειδικών μισθολογικών διατάξεων του ν.3205/2003, όπως αυτές ίσχυαν προ της τροποποιήσεώς τους».

           δ.      Η επιβάρυνση της ετήσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης μετά το 2018 για τους συνταξιούχους των ΕΔ και των ΣΑ, εφόσον η επαναφορά των συντάξεων γίνει όπως προβλέπει η απόφαση του ΣτΕ, υπολογίζεται κατ’ έτος μέχρι 39 εκατ. ευρώ, ένα ποσό πολύ μικρό σε σχέση με το σύνολο της συνταξιοδοτικής δαπάνης (25,48 δισεκ. ευρώ).  Το ποσό αυτό αφορά συνολικά περίπου 122.000 δικαιούχους των ΕΔ και των ΣΑ.

 

         ε.  Προτεινόμενη διατύπωση

         «Για τον επανυπολογισμό των κυρίων συντάξεων των στρατιωτικών συνταξιούχων, ως συντάξιμος μισθός λαμβάνεται η διαμόρφωση των ποσών με την 31 Ιουλ. 2012.»

 

  5.      Απασχόληση Συνταξιούχων

         α.      Οι περιορισμοί στην απασχόληση συνταξιούχων του Δημοσίου θεσπίστηκαν με τους Ν.3863/2010,άρθρο 16, Ν. 3865/2010, άρθρο 10 και Ν.4151/2013, οι οποίοι προβλέπουν:

1)      Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για στρατιωτικούς το 47ο περικόπτεται πλήρως η σύνταξη. 

2)      Για τους μισθωτούς συνταξιούχους (πάνω από τα παραπάνω ηλικιακά όρια) περικόπτεται κατά 70% το ποσό της σύνταξης που υπερβαίνει τα 30 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη.

3)      Για τους αυτοαπασχολούμενους συνταξιούχους (πάνω από τα παραπάνω ηλικιακά όρια) περικόπτεται πλήρως το ποσό της σύνταξης που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Επιπλέον υποχρεούνται να καταβάλουν τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές προσαυξημένες κατά πενήντα τοις εκατό (50%).

         β.      Ο νόμος 4387/2016 άρθρο 20, παράγραφος 6, χωρίζει τους εργαζόμενους συνταξιούχους σε 2 κατηγορίες.  Αυτούς που αναλαμβάνουν εργασία μετά την δημοσίευση του προαναφερθέντος νόμου και σ’ αυτούς που εργάζονταν πριν.   Προβλέπει δε για την πρώτη κατηγορία την περικοπή της κύριας και της επικουρικής σύνταξης τους κατά 60%, σε όσους δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα και κατά 100% στους εργαζόμενους σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.  Για δε την δεύτερη κατηγορία, εξακολουθούν να ισχύουν οι προβλέψεις του νόμου 3865/2010, άρθρο 10.

          γ.   Το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου προβλέπει:

         1)  Για όλους την ίδια αντιμετώπιση, ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της απασχόλησης (δεν κάνει τον διαχωρισμό του Ν. 4387/2016).

            2)  Για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας οι ακαθάριστες κύριες και επικουρικές συντάξεις καταβάλλονται μειωμένες σε ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή την δραστηριότητα.

           3) Για τους εργαζόμενους σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων των, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος της ηλικίας. Μετά το 62ο έτος δεν είναι σαφές αλλά εκτιμάται ότι θα ισχύει ότι και στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.

δ.      Αν το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου ψηφιστεί ως έχει θα ευνοήσει μεν τους συνταξιούχους εργαζόμενους που ανέλαβαν εργασία μετά την ισχύ του Ν 4387/2016, γιατί η περικοπή τους θα περιοριστεί στο 30% αντί στο 60%, αλλά θα προκαλέσει περικοπή σύνταξης σ’ όλες τις άλλες κατηγορίες.  Αυτό φαίνεται καθαρά στα επόμενα παραδείγματα, λαμβάνοντας σαν βάση σύνταξη 1500 Ευρώ (ακαθάριστα)

Παράδειγμα 1:  Παλαιός μισθωτός συνταξιούχος σήμερα έχει περικοπή 350 Ευρώ (1.000 ευρώ χωρίς περικοπή και περικοπή 70% του υπολοίπου των 500 ευρώ).  Με τον νέο νόμο θα έχει περικοπή 450 Ευρώ (30% των 1500 Ευρώ) άρα θα υποστεί περαιτέρω μείωση της σύνταξης του κατά 300 Ευρώ. 

Παράδειγμα 2:  Παλαιός αυτοαπασχολούμενος συνταξιούχος σήμερα δεν έχει καμιά περικοπή, συνεχίζει βέβαια να καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές προσαυξημένες κατά πενήντα τοις εκατό (50%), έμμεση επιβάρυνση κατά 150 Ευρώ.  Με τον νέο νόμο θα έχει περικοπή 450 Ευρώ (30% των 1500 Ευρώ), αλλά θα μειωθούν οι καταβαλλόμενες ασφαλιστικές εισφορές κατά 150 Ευρώ (έστω ότι θα ασφαλιστεί στην 4η κατηγορία) άρα θα υποστεί μείωση της σύνταξης του κατά 300 Ευρώ.

 

ε.      Πρόταση 

       (1)     Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου α, του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 (άρθρο 27 του υπο διαβούλευση σχεδίου νόμου) να τροποποιηθεί όπως εξής:  «Ειδικότερα για συνταξιούχους οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. αναστέλλεται πλήρως η καταβολή των κύριων, επικουρικών συντάξεων και των προσυνταξιοδοτικών παροχών εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 53ο έτος της ηλικίας για στρατιωτικούς συνταξιούχους και το 62ο έτος της ηλικίας για όλους τους λοιπούς.»

(2)     Στο ίδιο άρθρο να προστεθεί παράγραφος, ως ακολούθως:  «Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή για όσους θα αναλάβουν εργασία ή θα αυτοαπασχοληθούν, γενικά, από την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016 και εντεύθεν. Ειδικά, για τα πρόσωπα που ανέλαβαν εργασία ή αυτοαπασχόληση πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 2676/1999, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 3863/2010, για όσους ανέλαβαν εργασία και του άρθρου 4 του Ν. 4151/2013 για αυτοαπασχολούμενους.»

 

                                        Για το Διοικητικό Συμβούλιο

Ο  ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Ο  ΕΙΔΙΚΟΣ  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Βασίλειος Νικολόπουλος

Ταξίαρχος εα

Δημήτριος Ταραντίλης

Συνταγματάρχης εα